Η δημόσια παρουσία της Μαρίας Καρυστιανού παύει σταδιακά να αντιμετωπίζεται αποκλειστικά ως κοινωνικό φαινόμενο αντίδρασης στην ατιμωρησία των Τεμπών και αρχίζει να διαβάζεται πολιτικά. Η πρόσφατη συνέντευξή της στο Kontra Channel λειτούργησε ως καταλύτης: όχι επειδή ανακοίνωσε ρητά κόμμα, αλλά επειδή περιέγραψε με σαφήνεια ένα πλαίσιο ρήξης με το «παλιό», το οποίο το πολιτικό σύστημα αναγνωρίζει πλέον ως εν δυνάμει απειλή.
Η Καρυστιανού μίλησε για μια συλλογική προσπάθεια με χαρακτηριστικά κινήματος, χωρίς καμία διάθεση σύμπλευσης με πρόσωπα ή κόμματα που έχουν ήδη κυβερνήσει. Η αναφορά της ότι «οτιδήποτε έχει ακουμπήσει το παλιό δεν το συζητάμε» δεν ήταν απλώς συμβολική· ήταν μια καθαρή γραμμή αποκλεισμού, που βάζει εκτός κάδρου ακόμη και τον Αλέξης Τσίπρας, παρά τα σενάρια για δική του πολιτική επανεμφάνιση. Και αυτό κρατήστε το για διάφορα προσώπα που ακούγονται ότι θα συμπλεύσουν ενώ έχουν κομματική εμπλοκή στο παρελθόν τους.
Αυτή ακριβώς η απόλυτη διαφοροποίηση είναι που κινητοποιεί –και ταυτόχρονα ανησυχεί– τα κομματικά επιτελεία. Δεν πρόκειται για μια ακόμη ανακύκλωση προσώπων, αλλά για ένα αφήγημα που πατά πάνω στη δικαιοσύνη, την ισονομία και τη σύγκρουση με ένα σύστημα που, στα μάτια μεγάλου μέρους της κοινωνίας, εμφανίζεται ανίκανο να αυτοκαθαρθεί. Βέβαια είναι ένα μεγάλο ρίσκο σε σχέση με τα νέα πρόσωπα θα εμφανίσει, σε πιο βαθμό θα είναι νέα και αν θα έχουν άλλους σκελετούς στις ντουλάπες τους καθώς θα σπεύσουν οι πολιτικοί αντίπαλοι να ανακαλύψουν και να αποκαλύψουν.
Τι δείχνουν οι δημοσκοπήσεις
Η εικόνα αυτή αποτυπώνεται και στις μετρήσεις. Σύμφωνα με δημοσκόπηση της Metron Analysis, ένα ενδεχόμενο κόμμα με επικεφαλής τη Μαρία Καρυστιανού συγκεντρώνει υψηλότερες θετικές προσδοκίες από αντίστοιχα σενάρια που αφορούν τον Αλέξη Τσίπρα. Το άθροισμα των απαντήσεων «πολύ πιθανό» και «αρκετά πιθανό» αγγίζει το 30% (Πολύ πιθανό να το ψηφίσω, απάντησε ένα 14% και αρκετά πιθανό ένα 16% όχι και τόσο πιθανό απάντησε το 20%, ενώ το 47% των ερωτηθέντων απάντησε ότι είναι απίθανο), έναντι αισθητά χαμηλότερων ποσοστών για τον πρώην πρωθυπουργό, ενώ η απόρριψη παραμένει πλειοψηφική. Ένα 11% απάντησε πολύ πιθανό και αρκετά πιθανό επίσης ένα 11% αντίστοιχα, όχι και τόσο πιθανό το 14% και απίθανο το 63% των ερωτηθέντων.
Για τους δημοσκόπους, το εύρημα αυτό δεν μεταφράζεται αυτόματα σε εκλογικό αποτέλεσμα, αλλά σε τάση: ένδειξη ότι ένα κομμάτι της κοινωνίας αναζητά κάτι ριζικά διαφορετικό από τους γνωστούς πρωταγωνιστές του πολιτικού σκηνικού. Σε αυτή την αναζήτηση συμβάλλουν τόσο η παρατεταμένη σκανδαλολογία –με πιο πρόσφατες υποθέσεις να διατηρούν υψηλή την κοινωνική δυσπιστία– όσο και κυβερνητικές επιλογές που φθείρουν τη σχέση με ψηφοφόρους της λεγόμενης λαϊκής δεξιάς.
Οι πιθανές δεξαμενές
Οι αναλυτές εντοπίζουν τις πιθανές δεξαμενές ενός κόμματος Καρυστιανού σε ένα ευρύ πολιτικό φάσμα: από απογοητευμένους ψηφοφόρους της Νέας Δημοκρατίας, μέχρι πρώην υποστηρικτές του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία και πολίτες που σήμερα κινούνται προς την Πλεύση Ελευθερίας. Το κοινό νήμα δεν είναι ιδεολογικό με τη στενή έννοια, αλλά αξιακό: δικαιοσύνη, διαφάνεια, αίσθηση ισότητας απέναντι στον νόμο. Σίγουρα στην πολιτική η προσωπική αποδοχή δεν αρκεί. Η μετάβαση από το κοινωνικό σύμβολο στον πολιτικό στίβο θα κριθεί από τρεις παράγοντες: τα πρόσωπα που θα πλαισιώσουν την προσπάθεια, το σαφές πολιτικό πρόγραμμα και την ικανότητα να μετατραπεί η ηθική αγανάκτηση σε πειστική κυβερνητική πρόταση. Γιατί θα πρέπει να παρουσιάσει συγκεκριμένες προτάσεις για την εξωτερική πολιτική, την οικονομία και την ασφάλεια.
Γιατί «φοβούνται» την Καρυστιανού
Ο φόβος δεν αφορά τόσο την άμεση εκλογική απειλή, όσο το γεγονός ότι η Καρυστιανού συμπυκνώνει μια βαθιά κοινωνική δυσπιστία απέναντι στο πολιτικό σύστημα. Δεν φέρει το βάρος προηγούμενων κυβερνήσεων και πολιτικού προσωπικού, δεν εντάσσεται εύκολα σε παραδοσιακά δίπολα και, κυρίως, δεν μπορεί να απαξιωθεί με τους συνήθεις όρους της κομματικής αντιπαράθεσης.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Μαρία Καρυστιανού αναδεικνύεται –τουλάχιστον σε επίπεδο δυναμικής– ως το πρόσωπο που συγκεντρώνει σήμερα μεγαλύτερη κοινωνική αποδοχή από άλλους πιθανούς νέους πολιτικούς παίκτες, όπως ο Αλέξης Τσίπρας ή ο Αντώνης Σαμαράς. Το αν αυτή η δυναμική θα μετουσιωθεί σε κόμμα με διάρκεια και εκλογικό αποτύπωμα, παραμένει το κρίσιμο ερώτημα που θα απαντηθεί μόνο όταν το εγχείρημα περάσει από το επίπεδο της πρόθεσης στο πεδίο της πράξης.

