Η συνέντευξη και η αυταπάτη της ευγένειας

By
2 Min Read
Υπάρχει ένα παλαιότατο ένστικτο στην ελληνική πολιτική τάξη: να θεωρεί τη δημοσιογραφία επικίνδυνη όταν δεν είναι προβλέψιμη. Ο πολιτικός αισθάνεται άνετα μόνο όταν γνωρίζει εκ των προτέρων τι θα ερωτηθεί. Θέλει την ασφάλεια του σεναρίου, του «συμφωνημένου πλαισίου». Γιατί η απρόβλεπτη ερώτηση μπορεί να του χαλάσει το αφήγημα.
Κι έτσι, οι συνεντεύξεις καταντούν ένα είδος θεατρικής παράστασης με προκαθορισμένους ρόλους: ο δημοσιογράφος θέτει την «επιτρεπτή» ερώτηση, ο πολιτικός απαντά κάτι γενικό, ή —ακόμη συχνότερα— κάτι εντελώς άσχετο. Εναποθέτει στην τέχνη της υπεκφυγής ό,τι του λείπει σε πολιτικό θάρρος.
Υπάρχουν και εκείνοι που δεν αντέχουν καν την ερώτηση. Προτιμούν να εγκαταλείψουν το στούντιο, σαν να εγκαταλείπουν μια βαρετή και κακόγουστη δεξίωση. Στην Ελλάδα, η αποχώρηση από μια συνέντευξη δεν θεωρείται ένδειξη αδυναμίας, αλλά —σχεδόν— απόδειξη αξιοπρέπειας. Είναι μια παρεξήγηση που λέει πολλά για τη σχέση του πολιτικού με τη δημόσια λογοδοσία.
Η δημοσιογραφία, όμως, δεν έχει υποχρέωση να είναι ευγενική. Έχει υποχρέωση να είναι ειλικρινής. Και η ειλικρίνεια δεν είναι πάντοτε κομψή. Αν κάθε ερώτηση πρέπει να περάσει από τον έλεγχο του πολιτικού επιτελείου, τότε δεν έχουμε δημοσιογραφία αλλά μια μορφή δημοσίου πρωτοκόλλου — σαν τις χαιρετούρες στα εγκαίνια.
Ο δημοσιογράφος δεν είναι συνοδός του πολιτικού. Είναι ο καθρέφτης του. Κι αν ο πολιτικός δεν αντέχει την αντανάκλασή του, ίσως να μην είναι πρόβλημα του καθρέφτη.
Ο Καμύ έγραφε πως «η αλήθεια είναι σαν το φως του ήλιου· τυφλώνει όποιον δεν θέλει να τη δει». Κι ο Καντ, με τη δική του ψυχρή αυστηρότητα, μας θύμιζε ότι «το θάρρος να γνωρίζεις» είναι η ουσία του Διαφωτισμού.
Η δημοσιογραφία, λοιπόν, δεν είναι τίποτα άλλο από αυτό: το διαρκές θάρρος να γνωρίζεις — και να ρωτάς.

The post Η συνέντευξη και η αυταπάτη της ευγένειας appeared first on Newpost.gr.

Share This Article