Αυτό είναι ένα τραλαλά κείμενο (συγγνώμη, βαρυσήμαντο άρθρο), που μ’ αρέσει να το καταθέτω στο δημόσιο διάλογο κάθε πεντέξι χρόνια.
Βρίσκω μια αφορμή, νορμάλ ή πέτσινη, στρώνομαι στην ξεπέτα (συγγνώμη, στρώνομαι στη δουλειά), μα έτσι, μα αλλιώς, κάπου καταλήγω.
Κάπου μακριά, από το καθιερωμένο για τον κλάδο αυτομαστίγωμα, δεν το μπορώ αυτό το χόμπι να κλαιγόμαστε διαρκώς με δάκρυ κορόμηλο.
Μπροστά σε κόσμο φυσικά, γιατί πίσω απ’ τις κλειστές τις πόρτες ο καλύτερός εξ ημών έχει σκοτώσει τη μάνα του που έλεγε κι ο συγχωρεμένος ο Θέμος…
Αλλά είχαμε μείνει στην αφορμή.
Ε ναι, είχαμε μείνει στην αφορμή που την έψαχνα εναγωνίως, γιατί κόλλησα ο δόλιος χτες το βράδυ το κυριακάτικο και δεν ήξερα τι να γράψω, πόσες φορές πια για τον Τσίπρα και τον εξώστη (και τις αγωνίες του Ανδρουλάκη, μην λησμονήσω), πόσες φορές πια για τους αγρότες (νομίζω ότι μόνο το ανέκδοτο με τους παοκτζήδες στα μπλόκα λείπει, για να δέσει το γλυκό), πόσες φορές πια για την παραμύθα της πράσινης ανάπτυξης (που αναγκάζει ακόμη και ανθρώπους υποτίθεται σοβαρούς, να εκτίθενται ανεπανόρθωτα) και για τις υποκλοπές δεν το συζητώ καν. Άσε που μπορεί να πεταχτεί κάνας χουντολάγνος, για να υποστηρίξει ότι πολύ καλύτερα ήταν τον παλιό καιρό όταν κάθε γειτονιά είχε τον χαφιέ της.
Στη δική μας, έμενε δίπλα στο σπίτι μας…
Τέλος πάντων, επειδή έχω αυτή τη μανία να σκίζω σελίδες εφημερίδων και να τις κρατάω για αρχείο, έκανα ντου στη σχετική στοίβα.
Και βρήκα εκεί δημοσίευμα από το “Βήμα” της τριακοστής Νοεμβρίου, νταξ όχι πολύ πίσω, για την Παγκόσμια Έρευνα Αξιών, που το ανέλυσε η διαΝΕΟσις, μέσω του ομότιμου καθηγητή Σωκράτη Κονιόρδου και της καθηγήτριας Βασιλικής Γεωργιάδου.
Με απαντήσεις σε απορίες του τύπου “εμπιστεύεστε τους άλλους ανθρώπους;”, “ενδιαφέρεστε για την πολιτική;”, “επιτρέπει το πολιτικό σύστημα σε ανθρώπους σαν κι εσάς να έχουν λόγο για την εξωτερική πολιτική;”, συγκλονιστικά ερωτήματα, απ’ αυτά που οδηγήσαν, όχι μία, όχι δύο, αλλά εκατό γενιές στα πιο βαθιά χασμουρητά.
Μόνο εκεί που “ρώταγε” αν εμπιστευόμαστε “διαφορετικές ομάδες” δονήθηκα κάπως, αλλά δεν ήταν για τη μπάλα και τη Θύρα 13, ήταν για “ανθρώπους που συναντώ πρώτη φορά”, για “ανθρώπους άλλης θρησκείας”, οπότε χρου, χρου, χρου, ύπνε που παίρνεις τα παιδιά, πάρ’ και το βλογημένο…
Και ξαφνικά ξύπνησα!
Μου επισήμανε, βλέπετε, ο γάτος μου Γορδούλης ότι έλεγε και για τον “βαθμό εμπιστοσύνης στους εθνικούς θεσμούς” η έρευνα, εκκλησία δηλαδή, στρατό, αστυνομία, δικαιοσύνη, συν Τύπο και Τηλεόραση.
Όπου στις τέσσερις πρώτες κατηγορίες είχαμε πτώση εμπιστοσύνης είτε μικρή (στρατός) είτε μεγάλη (αστυνομία), ενώ στον Τύπο και στην Τηλεόραση είχαμε άνοδο!
Μάλιστα άνοδο, ο Τύπος που ήταν στο 13,7 % στις θετικές απόψεις το 2017, στην ίδια έρευνα, ανέβηκε στο 27,3 % το 2025 και η Τηλεόραση από το 14,1 % ανέβηκε στο 24,2 % παρακαλώ.
Πάλι δεν μας γουστάρουν εννοείται, με τις αρνητικές απόψεις στο 71,5 % για τον Τύπο και για την Τηλεόραση στο 75,1 %, αλλά κάπως μπαλώθηκε το πράγμα ρε φίλε, κάπως φάνηκε λίγο φως, κάπως πήρε μια αναπνοή η φάση.
Ένα τσικ απομακρύνθηκαν, τα καφάσια με τις ντομάτες…
“Και λοιπόν Ξανθάκη, αισθάνεσαι μήπως υπερήφανος που λιγόστεψαν όσοι μας σιχαίνονται;”, είναι σαν ν’ ακούω να ρωτάει ο δάσκαλός μας στη δημοσιογραφία, Δημήτρης Χαλιβελάκης.
Όχι, ξεκάθαρα, δεν παίζει χειροκρότημα με τίποτα.
Ούτε το κεφάλι ψηλά.
Για υπενθύμιση πρόκειται απλώς ότι άμα τα κρύβεις τα μυστικά στο μαξιλάρι σου, άμα βλέπεις με κομματικά γυαλιά κι άμα τη γράφεις τη δεοντολογία στα παλαιότερα των υποδημάτων σου, θα σε μισήσει ο κόσμος -που δεν είναι και τόσο ούφο, όσο θέλουν να ελπίζουν τα καϊνάρια της τέταρτης εξουσίας.
Έτσι μας βλέπανε το 2017 κι ήταν έτοιμοι να μας πνίξουν.
Οκτώ χρόνια αργότερα, με πολλή προσπάθεια και άλλη τόση αγωνία έχουμε ανέβει τα σκαλιά απ’ το υπόγειο στο ισόγειο.
Θέλουμε να πάμε και πιο ψηλά;
Απλό είναι, δεν το ράβουμε το στόμα.
Δεν θέλουμε;
Ακόμη πιο απλό, συνεχίζουμε το κάθε είδους λιβάνισμα στις πάσης φύσεως εξουσίες.
Κι όταν μας φτύνουν, σπεύδουμε να ευλογήσουμε τον Ύψιστο που τέλειωσε η λειψυδρία…

